Η µακράν συχνότερη χειρουργική ορθοπαιδική πράξη είναι η τοποθέτηση υλικών – εµφυτευµάτων είτε για την αντικατάσταση κατεστραµµένων αρθρώσεων (προθέσεις-αρθροπλαστικές) είτε για την οστεοσύνθεση καταγµάτων είτε για την επίτευξη αρθροδέσεων (πλάκες, βίδες, ήλοι). Σε κάθε περίπτωση η επιτυχία της εγχείρησης εξαρτάται πρωταρχικά από την πολύπλοκη διαδικασία της ενσωµάτωσης που είναι ανάλογη εκείνης της πώρωσης των καταγµάτων και της συνένωσης των νεκρών υλικών µε τον ζώντα ιστό, τα οστά. Η διαδικασία αυτή που πετυχηµένα ονοµάζεται οστεοενσωµάτωση είναι υψίστης σηµασίας για την άµεση και µακροχρόνια επιτυχία της χειρουργικής πράξης.
Επειδή κατά τεκµήριο οι περισσότερες αυτών των εγχειρήσεων πραγµατοποιούνται σε άτοµα κάποιας ηλικίας που χρησιµοποιούν διάφορα φάρµακα για συνοσηρότητες που συνυπάρχουν (αντιπηκτικά, αντιοστεοπωρωτικά, αντιϋπερτασικά κ.λπ.) είναι ιδιαίτερα χρήσιµο να γνωρίζουµε τη δράση και την επίπτωση αυτών των φαρµάκων θετική ή αρνητική, στη διαδικασία της οστεοενσωµάτωσης, για να είµαστε σε θέση να τροποποιούµε ενισχύοντας ή αναστέλλοντας τη χορήγηση κάποιων φαρµάκων για να επιτύχουµε τη βέλτιστη οστεοενσωµάτωση των εµφυτευµάτων και τη γρήγορη και ασφαλή πώρωση των καταγµάτων. Το θέµα δεν ενδιαφέρει µόνο τους ορθοπαιδικούς, όπως εύκολα θα µπορούσε να υποθέσει κανείς σε µια πρώτη θεώρηση αλλά γενικότερα όλους τους γιατρούς που ενδιαφέρονται για τον οστικό µεταβολισµό και κατά συνέπεια την οστεοενσωµάτωση και την πώρωση των καταγµάτων.
Για να κατεβάσετε το pdf παρακαλώ πατήστε εδώ
Ομάδα σύνταξης:
Δρ Χριστιάνα Ζήδρου,
Διευθύντρια ΕΣΥ, Ορθοπαιδικός Χειρουργός, Β’ Ορθοπαιδική Κλινική Γ.Ν. Παπαγεωργίου Θεσσαλονίκης
Δρ Άρτεμις Καπετάνου,
Ειδικευόμενη Ορθοπαιδικής, Γ’ Πανεπιστημιακή Ορθοπαιδική Κλινική Α.Π.Θ.